Φύλο και αρχιτεκτονική

Από Fylopedia
Αναθεώρηση ως προς 12:37, 11 Απριλίου 2013 από τον Fylopedia (Συζήτηση | συνεισφορές) (Νέα σελίδα με 'Category:Λήμματα {{Infobox Λήμματα | title = Φύλο και αρχιτεκτονική | author = Αναστασία (Σάσα) Λαδά }} ''Ανα...')
(διαφορά) ← Παλαιότερη αναθεώρηση | Τελευταία αναθεώρηση (διαφορά) | Νεότερη αναθεώρηση → (διαφορά)
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Φύλο και αρχιτεκτονική

Συγγραφέας:Αναστασία (Σάσα) Λαδά
Βιβλιογραφία
Εσωτερικοί Σύνδεσμοι
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Σχόλια Επιμελήτριας

Αναστασία (Σάσα) Λαδά

Φύλο και Χώρος (Πόλη και Αρχιτεκτονική)

Η πρώτη κριτική στα ζητήματα της πόλης, της πολεοδομίας και της αρχιτεκτονικής εισάγεται περί τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ως τμήμα της κριτικής στην επιστήμης, που αρχικά αναπτύσσεται στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες, και είναι αποτέλεσμα των αναζητήσεων και των προβληματισμών του νέου φεμινιστικού κινήματος. Η κριτική αυτή αρχικά αναπτύσσεται από γυναίκες σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης και των ΗΠΑ.

Σε μια πρώτη φάση γίνεται προσπάθεια να αναδειχθεί η συμβολή των γυναικών στη διαμόρφωση των συγκεκριμένων γνωστικών περιοχών, ενώ ταυτόχρονα και παράλληλα αναδεικνύονται οι γυναίκες ως αντικείμενα μελέτης, «προσθέτοντας τις γυναίκες» στα ήδη αποδεκτά αντικείμενα διερεύνησης κάθε κλάδου, και συγκρίνοντας τες με την “κανονική ομάδα “ των (αρτιμελών, λευκών, ετεροφυλόφιλων, μεσοαστών ) ανδρών.

Η εγκατάσταση αυτής της «άλλης» οπτικής στα ζητήματα του χώρου διερευνούσε τις επιπτώσεις της κοινωνικής ανισότητας ανάμεσα στα δυο φύλα, τόσο στις θεωρίες όσο και στις πρακτικές της πολεοδομίας και της αρχιτεκτονικής. Στη μελέτη της πόλης εντοπίζεται η ιδιαίτερη σχέση ομάδων γυναικών με την πόλη και την καθημερινή ζωή που αυτή προδιαγράφει και επισημαίνονται, μέσα από λεπτομερή έρευνα, μια σειρά «περιβαλλοντικές δεσμεύσεις» που διαμορφώνουν χωρικές ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών σε σχέση με τις δραστηριότητες που αντιστοιχούν σε κάθε φύλο. Βασική υπόθεση είναι ότι η πόλη αντλεί την μορφή της από μια σειρά υποθέσεις για τους ρόλους και τις δραστηριότητες των γυναικών, που οδήγησε στην υποδεέστερη θέση των γυναικών και τις έχουν προσδέσει στην οικιακή/ιδιωτική σφαίρα

Η εισαγωγή της έννοιας «κοινωνικό φύλο» δίνει σημαντική ώθηση στις θεωρητικές επεξεργασίες. Η διερεύνηση των ρόλων κάθε «κοινωνικού φύλου» αποκαλύπτει την διαφοροποιημένη συμβολή ανδρών και γυναικών, τις δραστηριότητες και συμπεριφορές που προσιδιάζουν η/και κοινωνικά αποδίδονται σε κάθε φύλο, σε σχέση με τους χωρικούς καταμερισμούς κατοίκησης, εργασίας/απασχόλησης, αναψυχής κτλ. Αλλά η έννοια «ρόλοι» δεν ερμηνεύει την μορφή τους, ούτε μπορεί να προσδιορίσει τους όρους αμφισβήτησης και αλλαγής τους. Κάτι τέτοιο επιχειρείται να γίνει με την προσφυγή στην έννοια των έμφυλων σχέσεων ως σχέσεων εξουσίας, των οποίων μια μορφή είναι η πατριαρχία..

Πολύ σχηματικά, μια αρχική υπόθεση ήταν ότι στη βάση των σχέσεων εξουσίας μεταξύ ανδρών και γυναικών βρίσκεται η διάκριση ιδιωτικής/δημόσιας σφαίρας και χώρου στην πόλη: Oι γυναίκες ιστορικά ταυτίστηκαν με την ιδιωτική σφαίρα, την οικιακή, την μη αμειβόμενη εργασία και την ιδιωτικότητα του σπιτιού – δηλαδή με ό,τι απαξιώνεται στις δυτικές κοινωνίες – ενώ οι άνδρες με την αμειβόμενη εργασία, το δημόσιο χώρο, τη συμμετοχή στη δημόσια ζωή της πόλης – με όλα όσα οι κοινωνίες αυτές αξιολογούν ως σημαντικά. Έτσι μελετήθηκε η ιστορική συγκρότηση της ιδιωτικής σφαίρας και οι ταξικές της αναφορές, σε σχέση με τις αντιλήψεις για το νοικοκυριό και την ιδέα του σπιτιού ως καταφύγιου, η εξέλιξη του σχεδιασμού της κατοικίας και των προγραμμάτων κατοικίας, τα οποία περιείχαν ένα σύνολο αντιλήψεων για τη σχέση των φύλων (Wright 1981,Hayden 1980), η ένταση αλλά και η διαφοροποίηση της διάκρισης ιδιωτικού / δημόσιου σε σχέση με την ανάπτυξη του καπιταλισμού και την οργάνωση των σχέσεων παραγωγής.

Μεταγενέστερες επεξεργασίες εγκατέλειψαν τη σχηματική αναφορά στο δίπολο ιδιωτικό / δημόσιο και κυρίως τη μονοσήμαντη αντιστοίχηση του με το δίπολο γυναίκα / άνδρας. Η έρευνα γύρω από την κατασκευή του κοινωνικού φύλου και τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας οδήγησε σε περισσότερο λεπτομερείς αναλύσεις των καταμερισμών εργασίας και εξουσίας μέσα σε κάθε σφαίρα και στους συνδυασμούς των δυο, στην κοινωνία και στο χώρο της πόλης, εγκαταλείποντας την a priori ταύτιση κάθε σφαίρας με ένα φύλο. Ιδιαίτερα στο πλαίσιο της κριτικής Γεωγραφίας, στην Αγγλία, τις ΗΠΑ και αργότερα στην Ολλανδία και την Ισπανία, οι φεμινιστικές προσεγγίσεις διαφόρων αποχρώσεων αποτέλεσαν ένα από τα πιο ανανεωτικά και δυναμικά πεδία έρευνας και θεωρητικής παραγωγής, άνοιξαν νέους δρόμους και αμφισβήτησαν καθιερωμένες έννοιες και μεθόδους (Rose 1993).

Όμως, όπως και σε άλλες επιστήμες, έγινε γρήγορα σαφές ότι, μιλώντας για το κοινωνικό φύλο, η αναφορά εξακολουθούσε να είναι στις γυναίκες – και μάλιστα στις γυναίκες ως ενιαία κατηγορία. Έτσι, στις πιο πρόσφατες επεξεργασίες, παρόλο που η έννοια κοινωνικό φύλο διατηρεί την κεντρικότητα της, η έμφαση μετατίθεται στην αναγνώριση των διαφορών που ενυπάρχουν μέσα στην συγκρότηση της έννοιας φύλο: διαφορές λόγω ηλικίας, κοινωνικής τάξης, φυλής, σεξουαλικών προτιμήσεων, τόπου καθώς και των μεταξύ τους αλληλοεπιδράσεων Οι μετατοπίσεις αυτές έγιναν δυνατές στην συνάντηση των φεμινιστικών προσεγγίσεων με τις μετα-δομιστικές και μετα-αποικιοκρατικές θεωρήσεις του αστικού χώρου, όπου αμφισβητείται η ιδέα της μιας και μοναδικής αλήθειας, της αντικειμενικότητας και της κυρίαρχης αφήγησης, διερευνάται η παραγωγή της γνώσης από την πλευρά του «άλλου» και αποκτούν κεντρική θέση τα ζητήματα συγκρότησης των ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων (Massey 1999).

Φύλο και Αρχιτεκτονική

Τι σημαίνει η εισαγωγή της έννοιας του φύλου στο σχεδιασμό του χώρου; Τι αποσαφηνίσεις προϋποθέτει; Πού αποσκοπεί το ερώτημα, όταν απευθύνεται στις αρχιτεκτονικές σπουδές; Τι εννοούμε όταν λέμε η «επίδραση του φύλου στο σχεδιασμό του χώρου»; Τι θέματα συσχετίζονται με αυτό; Τίνος φύλο εξετάζεται; Του/της αρχιτέκτονα, των ποικιλώνυμων ενοίκων/χρηστών, ή μήπως και της ίδιας της αρχιτεκτονικής;

Το ερώτημα, λοιπόν, αφορά στο πώς οι κατά φύλο κοινωνικές ανισότητες έχουν επηρεάσει τόσο την αρχιτεκτονική σκέψη όσο και τον αρχιτεκτονικό λόγο. Έχει έμφυλο πρόσημο η αρχιτεκτονική; Και, εάν ναι, πώς αυτό επηρεάζει τα συμβολικά και αξιολογικά της συστήματα, τους τρόπους που δομεί τις κεντρικές της έννοιες και τα εργαλεία σχεδιασμού; Πώς έχει επηρεάσει η κοινωνική κατασκευή των έμφυλων ταυτοτήτων, που αποδίδει διαφορετικές σημασίες, περιεχόμενα και αξίες στις έννοιες αρσενικό και θηλυκό, την αρχιτεκτονική σκέψη και πράξη; Η μελέτη του φύλου και του χώρου ή η μελέτη του φύλου του χώρου έχει επηρεαστεί μέχρι σήμερα και από τις φεμινιστικές προσεγγίσεις σε άλλα πεδία, όπως αυτά της γεωγραφίας, ανθρωπολογίας, των πολιτισμικών σπουδών, της θεωρίας του κινηματογράφου (βλ. Φύλο και κινηματογράφος), της ιστορίας της τέχνης, της ψυχανάλυσης, της φιλοσοφίας, των πολιτικών ταυτότητας (identity politics) και, υπ’ αυτή την έννοια, φέρει έντονα διεπιστημονικά χαρακτηριστικά. Τα πεδία αυτά ασχολούνται επίσης με το χώρο, την αναπαράστασή του, καθώς και τις χωρικές μεταφορές, όμως όχι όπως αυτός έχει οριστεί «παραδοσιακά» από την αρχιτεκτονική –δηλαδή ο χώρος των σχεδιασμένων από αρχιτέκτονες κτιρίων– αλλά μάλλον ο χώρος, όπως βρίσκεται, χρησιμοποιείται, κατοικείται και μετασχηματίζεται από την καθημερινή χρήση.

Η εξαιρετικά σημαντική αυτή διαφορά στον ορισμό της έννοιας «χώρος» έκανε δυνατή την ανάπτυξη μιας σειράς προσεγγίσεων, που επαναδιαπραγματεύονται το ίδιο το περιεχόμενο της έννοιας χώρος στην αρχιτεκτονική, μέσα από την οπτική της έννοιας του «φύλου».

Εάν ο χώρος παράγεται υλικά και πολιτισμικά, ως εκ τούτου και η αρχιτεκτονική δεν μπορεί παρά να θεωρείται ως ένα από τα πολλά κοινωνικά κατασκευασμένα «αντικείμενα» (artifacts). Έτσι, όπως και ο υλικός πολιτισμός, ο χώρος δεν είναι δοσμένος από τη «φύση», φύσει υπάρχων, και αδρανής, που αρκεί να τον μετρήσεις γεωμετρικά, για να τον κατανοήσεις, αλλά ένα εσωτερικό, σύμφυτο και μετασχηματιζόμενο κομμάτι της καθημερινής ζωής, στενά συνδεδεμένο με τις κοινωνικές και προσωπικές τελετουργίες και δραστηριότητες.

Αυτή η προσέγγιση, τόσο στην ανθρωπολογία όσο και στη γεωγραφία, κριτικάρει έμμεσα πλην σαφώς, το κύρος της αρχιτεκτονικής και το ρόλο του αρχιτέκτονα, διερευνώντας κυρίως όλες τις πλευρές του κτισμένου περιβάλλοντος και όχι μεμονωμένα του κομμάτια, όπως συνήθως κάνει η αρχιτεκτονική και ορίζοντας τόσο τους χρήστες των κτιρίων, όπως επίσης και τους σχεδιαστές και τους κατασκευαστές, ως τους παραγωγούς του χώρου.

Η ανθρωπολογία ήταν από τις πρώτες επιστημονικές περιοχές που πρότεινε ότι υπάρχει μία σχέση μεταξύ του χώρου και του φύλου και ότι αυτή καθορίζεται μέσω των σχέσεων εξουσίας. Ήταν η δουλειά που έγινε από φεμινίστριες ανθρωπολόγους στα θέματα του ιδιωτικού και του δημόσιου, στα συστήματα συγγένειας και στις κοινωνικές σχέσεις ανταλλαγής, που ήταν κρίσιμη για το φεμινισμό, ειδικά για όσους ενδιαφέρονταν για τα χωρικά όρια, όπως οι πολεοδόμοι και οι ιστορικοί. Η δουλειά της Shirley Ardener για παράδειγμα, ήταν πολύ σημαντική για την ανάπτυξη μελετών που εξετάζουν τους διαφορετικούς χώρους όπου τοποθετούνται πολιτισμικά άνδρες και γυναίκες, και τον ιδιαίτερο ρόλο που έχει ο χώρος για το συμβολισμό, τη διατήρηση και την επιβολή των σχέσεων φύλου.

Εάν, από την οπτική της ανθρωπολογίας και της γεωγραφίας, ο χώρος παράγεται κοινωνικά και πολιτισμικά και οι σχέσεις φύλου είναι κοινωνικά, πολιτισμικά και χωρικά δομημένες, τότε η διαπίστωση αυτή θέτει δύο κεντρικά ερωτήματα: «πώς οι σχέσεις φύλου δηλώνονται στο χώρο;» και επίσης «πώς οι χωρικές σχέσεις εκδηλώνονται στην κατασκευή του φύλου;»

Αναπαραστάσεις του χώρου/φύλου

Ο ρόλος και η σημασία της αναπαράστασης στη διαπραγμάτευση των σύνθετων σχέσεων ανάμεσα στις έμφυλες ταυτότητες και τους αστικούς / φυσικούς χώρους, είναι ένα νέο πεδίο που έχει διευρύνει τη συζήτηση της συσχέτισης φύλου / χώρου, με πολλούς τρόπους. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο χώρος προσδιορίζεται με έμφυλο τρόπο όχι μόνο από τους διαφορετικούς τρόπους κατοίκησής του από άνδρες και γυναίκες (φυσική παρουσία υποκειμένων με ταυτότητα φύλου) αλλά ότι επίσης παράγεται ως «έμφυλος» μέσω της αναπαράστασης. Οι περιγραφές χώρων χρησιμοποιούν λέξεις και εικόνες που έχουν πολιτισμικές συσχετίσεις με συγκεκριμένα φύλα για να επικαλεστούν συγκρίσεις με το βιολογικό σώμα –για παράδειγμα μαλακά, καμπυλόμορφα εσωτερικά συσχετίζονται με τις γυναίκες και οι φαλλικοί πύργοι με τους άνδρες.

Στον τρισδιάστατο χώρο της πόλης, οι αναπαραστάσεις φύλου δουλεύουν με διαφορετικούς τρόπους. Το θηλυκό σώμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σημείο, ένα κενό σημαίνον για την αναπαράσταση αφηρημένων εννοιών, όπως είναι η ελευθερία ή ο πατριωτισμός με τη μορφή των δημόσιων αγαλμάτων. Οι πόλεις και τα κτίρια ενσωματώνουν επίσης ποιότητες που συσχετίζονται με το θηλυκό σώμα ή η θηλυκότητα αποδίδεται με όρους που σχετίζονται με τη φόρμα του, το σχήμα του, το χρώμα και την υφή του. Για παράδειγμα, στη συσχέτιση της πόλης με το θηλυκό και το λαβυρινθώδες, γίνεται μια σύνδεση ανάμεσα στο χάος της πόλης, τη μητρική φόρμα του θηλυκού σώματος και την πατριαρχική έννοια του αγνώστου ως θηλυκού, ως άλλου, ως άγνωστης οντότητας.

Το έργο του μαρξιστή φιλοσόφου Henri Lefebvre αποτελεί ένα χρήσιμο θεωρητικό πλαίσιο για να σκεφτούμε το πώς η αναπαράσταση βοηθάει στην παραγωγή του κοινωνικού χώρου αλλά και παράγεται από αυτόν. Αντί να σκεφτεί την παραγωγή του αστικού χώρου μόνο μέσω της δραστηριότητας της κατασκευαστικής βιομηχανίας και των επαγγελμάτων που σχετίζονται με το σχεδιασμό του αστικού χώρου, ο Lefebvre ενδιαφέρεται για το πώς ο χώρος παράγεται εννοιολογικά αλλά και υλικά. Ο Lefebvre προτείνει ότι η κοινωνική παραγωγή του χώρου πραγματοποιείται μέσω τριών διαφορετικών αλλά αλληλοεπηρεαζόμενων διαδικασιών: α. «χωρική πρακτική» (ο υλικός ή λειτουργικός χώρος), β. «αναπαραστάσεις του χώρου» (ο χώρος ως κωδικοποιημένη γλώσσα) και γ. «ο χώρος όπως αναπαρίσταται» μέσω της βιωμένης καθημερινής εμπειρίας του (representational space).

Πώς θα μπορούσαμε να συσχετίσουμε τα παραπάνω με τα ζητήματα του χώρου και του φύλου; Η πιο διαδεδομένη αναπαράσταση του έμφυλου χώρου είναι το παράδειγμα των «χωριστών σφαιρών» (separate spheres). Ένα αντιθετικό και ιεραρχικό σύστημα που συγκροτείται από τον κυρίαρχο δημόσιο ανδρικό κόσμο της παραγωγής (η πόλη) και ένας υποδεέστερος ιδιωτικός γυναικείος της αναπαραγωγής (το σπίτι). Η αφετηρία αυτής της ιδεολογίας, που διαιρεί την πόλη από την αναπαραγωγή και τους άνδρες από τις γυναίκες, είναι ταυτόχρονα πατριαρχική και καπιταλιστική. Αλλά, σαν ιδεολογική κατασκευή, δεν περιγράφει την πλήρη κλίμακα/διαβάθμιση των βιωμένων εμπειριών όλων των κατοίκων του αστικού χώρου. Αυτό (είναι προβληματικό και) έχει προβληματίσει τις φεμινίστριες, διότι τέτοιες (προ)υποθέσεις που αφορούν το φύλο όσο και το χώρο και εμπεριέχονται σ’ αυτή τη δυαδική ιεραρχία, αναπαράγονται συνεχώς.

Η φεμινιστική δουλειά στο φύλο και το χώρο θεώρησε σαν αφετηρία αυτό το κυρίαρχο θεωρητικό πλαίσιο για να ασκήσει κριτική στις περιορισμένες και περιοριστικές ερμηνείες/ορισμούς του έμφυλου χώρου, που προσέφερε η ιδεολογία των χωριστών «σφαιρών» παρέχοντας εναλλακτικούς τρόπους για την κατανόηση του πώς ο χώρος είναι «έμφυλος».

Ενώ η φεμινιστική ανάλυση αναγνωρίζει ότι οι αναπαραστάσεις μπορεί να είναι έμφυλες και ότι, ταυτόχρονα, το φύλο το ίδιο είναι μια μορφή αναπαράστασης, η έμφαση που δίνεται στις αναπαραστάσεις του φύλου και του χώρου είναι ένα θέμα φεμινιστικού διαλόγου. Μπορεί να χρησιμοποιούνται κείμενα που παράγονται από γυναίκες για να παρουσιάσουν θετικές αναπαραστάσεις της ζωής τους στην πόλη και να υποστηρίξουν ακόλουθα ότι οι γυναίκες κατείχαν(ουν) και απολαμβάνουν το δημόσιο αστικό χώρο. Είναι όμως εξίσου πιθανό να συναντήσουμε επιχειρήματα όπως ότι η σχεδόν αποκλειστικά ανδρική θεωρητική παραγωγή για τη νεωτερικότητα προώθησε την ιδεολογία των «χωριστών σφαιρών» και ότι αυτό συνέβαλε στην αποθάρρυνση της συσχέτισης των γυναικών με την πόλη. Είναι φανερό ότι οι σχέσεις των γυναικών αλλά και των ανδρών με την πόλη και την αστική εμπειρία μπορούν να γίνουν κατανοητές μόνο μέσω πολιτισμικών αναπαραστάσεων και είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι η ιδεολογία του φύλου δεν προηγείται αλλά παράγεται μέσω της ιστορικής τεκμηρίωσης και των πολιτισμικών μορφών της αναπαράστασης.

Οι προσεγγίσεις αυτές οδήγησαν τόσο σε πολύ γόνιμες αναδιατυπώσεις των παλαιότερων τρόπων κατανόησης όσο σε πολύτιμες κριτικές των περιορισμών που έθεταν οι νεωτερικές πολιτικές ταυτότητες, οι οποίες παρέμεναν εγκλωβισμένες στην αντιθετική λογική των δίπολων τόσο στην ανάλυσή τους όσο και στα προγράμματά τους για αλλαγή, και σε μια σειρά νέων εννοιολογήσεων που αφορούσαν τον ορισμό ενός «τρίτου χώρου» πέραν των απλών δυϊστικών και αντιθετικών δίπολων (διπολικότητα), που ενυπάρχουν σε τόσα πολλά κοινωνικά/χωρικά θεωρητικά σχήματα και προσλήψεις της δυτικής σκέψης.

Η επανεξέταση λοιπόν του ίδιου του χώρου της θεωρίας (και των θεωριών για το χώρο συνακόλουθα) ανιχνεύει νέες κατηγορίες για τοποθέτηση πέραν του άνδρας/γυναίκα, σπίτι/εργασία, κτλ. Από το να είναι αμοιβαία αποκλειόμενες περιοχές, οριζόμενες ως τέτοιες από τα αντιθετικά τους χαρακτηριστικά, οι κατηγορίες της σκέψης προσλαμβάνονται ως περισσότερο ρευστές και επικαλυπτόμενες, όπως π.χ. ως συνδεδεμένες αντιφάσεις, όρια και περιθώρια, ή απροσδιόριστα και ανοιχτά συστήματα. Τέτοιες εννοιολογήσεις επιστρέφουν στην αρχιτεκτονική με τη μορφή ενός μηχανισμού για το ξεκλείδωμα των σχέσεων του χώρου και των κοινωνικών ταυτοτήτων, για την αντιπαράθεση στις μέχρι τώρα εννοιολογικές συγκροτήσεις της αρχιτεκτονικής ακόμη και όπου η προκύπτουσα «φυσική συγκρότηση» δεν είναι ακόμη κατανοητή. Η Ε. Grosz, γράφει, για παράδειγμα, για την ανάγκη να σκεφτούμε το «αδιανόητο», να φανταστούμε μια αρχιτεκτονική «εκτός» του μέχρι τώρα.

Η υπέρβαση των «διπολικών» τρόπων σκέψης, τόσο για τον αρχιτεκτονικό όσο και για τον αστικό χώρο, που θα οδηγούσε στο να φανταστούμε νέες, εναλλακτικές, περισσότερο ισότιμες και δημιουργικές διαδικασίες παραγωγής αλλά και κατοίκησής τους, θα προϋπέθεταν ενδεικτικά τα παρακάτω:

Πρώτον, η αρχιτεκτονική δεν μπορεί να προσλαμβάνεται ως ένας απλός χάρτης των κοινωνικών σχέσεων, αλλά ούτε μέσω της αναπαράστασής της ως μια απλή μεταφορά των διαφορών φύλου. Η αρχιτεκτονική αλλά και οι πόλεις μορφοποιούνται ως υλικοί χώροι μέσω της σύντηξης των διαδικασιών της παραγωγής και της κατανάλωσης, της θεωρίας και της πράξης, των πεποιθήσεων και των εμπειριών. Ακόμη περισσότερο που αυτή η κτισμένη υλικότητα δεν είναι απλά το αποτέλεσμα αυτών των διαδικασιών, αλλά η ίδια μεταφράζεται μέσω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ανάπτυξης, των σχεδιαστικών προσλήψεων και των φυσικών της πραγματώσεων. Υπάρχει, λοιπόν, εδώ υπολογίσιμος χώρος για ποικιλία, μερικότητα, για διαφορετικές θέσεις που συνυπάρχουν και για νέες συσχετίσεις και απρόοπτες επιπτώσεις. Η μελέτη των «διαφορετικών θέσεων», λοιπόν, θα μπορούσε να επιτρέψει την ανάπτυξη μιας νέας «πολιτικής» για την αρχιτεκτονική και τον αστικό σχεδιασμό, ανοιχτής στις διαφορετικές «σημασίες» τόσο των φανταστικών όσο και των υλικών χώρων του πολιτισμού.

Δεύτερον, είναι θεμελιώδες να εξετάζουμε διαδικασίες που θα διαχώριζαν, οσοδήποτε τεχνητά και αν το κάνουν, τους χώρους της θεωρίας, από εκείνους των κοινωνικών ταυτοτήτων και της υλικότητας, ούτως ώστε οι μηχανισμοί της μετάφρασης από τον ένα στον άλλο να μπορούν να διερευνηθούν. Μόνο τότε είναι δυνατό να εξετάσουμε με ποια μορφή και για λογαριασμό τίνος αυτοί οι μηχανισμοί συντηρούνται και πώς αυτοί θα ήταν δυνατό ή όχι να μετασχηματιστούν. Τότε μόνο θα μπορούσαμε να αρχίσουμε να βλέπουμε τις αμοιβαίες σχέσεις ανάμεσα στις υποκείμενες «θέσεις» και τα συγκεκριμένα κτίρια και πόλεις που προέρχονται από αυτές.

Τρίτον, οι αρχιτέκτονες, αλλά και οι θεωρητικοί και οι κριτικοί της αρχιτεκτονικής χρειάζεται να διακόψουν σκόπιμα την υποτιθέμενη συσχέτιση της αρχιτεκτονικής μορφής με τη μεταφορική έκφραση των συγκεκριμένων κοινωνικών αξιών ή σχέσεων, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να εμπλακούν σε δημόσιο διάλογο για το τι συνιστά κατάλληλες φυσικές διευθετήσεις, αισθητικές επιλογές και ομαδοποιήσεις, που συσχετίζονται με τις κοινωνικές όψεις της ύπαρξης, αλλά και τους μηχανισμούς με τους οποίους αυτές θα μπορούσαν να υλοποιηθούν. Διότι, ενώ η αρχιτεκτονική δεν «αντανακλά» την κοινωνία, και μορφοποιείται μόνο μερικά από τους συνεχείς και αντιφατικούς αγώνες μας για ταυτότητα, τόσο τα κτίρια όσο και οι πόλεις που κατοικούμε παραμένουν σοβαρά εμπλεκόμενα στις μορφοποιήσεις των καθημερινών μας εμπειριών.

Εσωτερικοί σύνδεσμοι

Φεμινισμός, Φύλο και πολιτικές ταυτότητας, Κοινωνικό φύλο

Βιβλιογραφικές αναφορές

Ainley, Rosa., (επιμ.), 1998, New Frontiers of Space, Bodies and Gender. Λονδίνο: Routledge.

Angrest, Diana, Patricia Conway και Leslie Kanes Weisman, (επιμ.), 1996, The Sex of Architecture. Νέα Υόρκη: Harry N. Abrams, Inc., Publishers.

Ardener, Shirley. (επιμ.), 1993, Women and Space: Ground Rules and Social Maps. Οξφόρδη: Berg.

Bell, David και Gill Valentine, (επιμ.), 1995, Mapping Desires. Λονδίνο: Routledge.

Bondi, Liz, Mona Domosh, 1998, On the Contours of Public Space: A tale of Three Women. Antipode, 30(3):270-289.

Bondi, Liz, 1998, Sexing the City. Στο R. Fincher, J.M. Jacobs, (επιμ.), Cities of Difference. Νέα Υόρκη: Guilford, 177-200.

Bowlby, Rachel, 1988, From Corner Shop to Hypermarket: Women and Food Retailing. Στο J. Little, L. Peake, P. Richardson (επιμ.), Women in Cities: Gender and the Urban Environment. Basingstoke: Macmillan, 61-83.

Coleman, Debra L., Elizabeth Ann Danze και Jane Henderson, (επιμ.), 1996, Feminism and Architecture. Νέα Υόρκη: Princeton Architectural Press, 3-37.

Flade, Antje, An Approach to New Housing Forms Taking Women’s Needs into Account. Στο L. Ottes, M. van Schendelen, G. Segond von Banchet (επιμ.), Gender and the Built Environment. Άσσεν: Van Gorcum, 77-82.

Grosz, Elizabeth, 1996, Space, Time and Perversion. Λονδίνο: Routledge.

Harvey, David, 1989, The Condition of Postmodernity. Οξφόρδη: Basil Blackwell.

Hayden, Dolores, 1976, Seven American Utopias. The Architecture of Communitarian Socialism 1970-75. Καίμπριτζ, Mass. The MIT Press.

Hayden, Dolores, 1980, A Grand Domestic Revolution. Καίμπριτζ, Mass. The MIT Press.

Henderson, Susan R., 1996, A Revolution in the Woman’s Sphere: Grete Lihotzky and the Frankfurt Kitchen. στο Debra Coleman, E. Danze, Susan Henderson, Architecture and Feminism. 221-253.

hooks, bell, 1989, Yearning: Race, Gender and Cultural Politics. Λονδίνο: Turnaround Press.

Lefebvre, Henri, 1968, Le Droit à la ville, Παρίσι: Anthropos (σε ελληνική μετάφραση: 1977, Το Δικαίωμα στην Πόλη, Αθήνα: Παπαζήσης).

Massey, Doreen, 1984/1995, Spatial Divisions of Labour. Social Structures and the Geography of Production. Λονδίνο: Macmillan.

Massey, Doreen, 1994, Space, Place and Gender. Καίμπριτζ: Polity Press.

Matrix, 1984, Making Space: Women and the Man-Made Environment. Λονδίνο: Pluto Press.

McDowell, Linda, 1983, Towards an Understanding of the Gender Divisions of Urban Space. Στο Environment and Planning D: Society and Space. 1:59-72.

McDowell, Linda, 1986, Beyond Patriarchy: a class-based explanation of women subordination. Στο Antipode, 18(3):311-321.

McDowell, Linda, 1999, Gender, Identity and Place. Μιννεάπολη, University of Minnesota Press.

McLeod, Mary, 1996, Everyday and “Other” Spaces. Στο Debra Coleman, E. Danze, C. Henderson, (επιμ.) Architecture and Feminism. Νέα Υόρκη: Princeton Architectural Press, 1-37.

Μπακαλάκη, Αλεξάνδρα, (επιμ.), 1994, Ανθρωπολογία, Γυναίκες και Φύλο-Κείμενα των S. Ortner, M. Strathern, M. Rosaldo. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.

Pollock, Griselda, 1992, Vision and Difference: Femininity, Feminism and Ηistories of Art. Λονδίνο: Routledge.

Rendell, Jane, Barbara Penner, Jane Borden (επιμ.), 2000, Gender, Space, Architecture: An interdisciplinary Introduction, Λονδίνο και Νέα Υόρκη:Routledge.

Rose, Gillian, 1993, Feminism and Geography. Καίμπριτζ: Polity Press & Blackwell Pub.

Soja, Edward, 1989, Postmodern Geographies. Λονδίνο: Verso.

Simonsen, Kirsten, Dina Vaiou, 1996, Women’s Lives and the Making of the City-Experience from the ‘North’ and ‘South’ of Europe. Στο International Journal of Urban and Regional Research, 20(3):446-465.

Spain Daphne, 1985, Gendered Space. Τσάπελ Χιλ, NC: University of North Carolina Press.

Torre, Susana, 1996, Claiming the Public Space: The Mothers of Plaza de Mayo. Στο Diana Agrest, Patricia Conway και Leslie Kanes Weisman (επιμ.), The Sex of Architecture. Νέα Υόρκη: Harry N. Abrams, Inc., Publishers, 241-50.

Wilson, Elizabeth, 1991, The Sphinx in the City: Urban Life, the Control of Disorder and Women. Λονδίνο: Virago.

Παράρτημα Δημοσιεύσεις σε θέματα φύλου και χώρου στην Ελλάδα

Ελληνικά

Βαΐου, Ντίνα, 1989, «Ο χώρος των Γυναικών». Στο Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, 20:33-36.

Βαΐου, Ντίνα, 1989, «Ο τόπος δουλειάς και το σπίτι: Κατά φύλο καταμερισμοί εργασίας στη διαδικασία ανάπτυξης της Αθήνας». Στο Σύγχρονα Θέματα, 40:81-90.

Βαΐου, Ντίνα, Μαρία Στρατηγάκη, 1989, «Η Εργασία των Γυναικών: Ανάμεσα σε Δύο Κόσμους». Αθήνα: Σύγχρονα Θέματα, 40:15-23.

Βαΐου, Ντίνα, 1990, «Άνιση ανάπτυξη χωρίς φύλο: τα όρια της θεωρίας». Πρακτικά του Συνεδρίου Η Διεπιστημονική Προσέγγιση της Ανάπτυξης. 542-557. Αθήνα: Παπαζήσης.

Βαΐου, Ντίνα, 1993, «Το φύλο στο σχεδιασμό της κατοικίας». Στο Α. Βρυχέα, Κ. Λωράν (επιμ.) Συμμετοχικός Σχεδιασμός. Αθήνα: ΤΕΕ, σε συνεργασία με το ΕΜΠ.

Βαΐου, Ντίνα, 1993, «Η Πόλη, Ένας Χώρος για τις Γυναίκες, στο Αναπαραστάσεις Θηλυκότητας». Αθήνα: Κέντρο Έρευνας και Τεκμηρίωσης.

Βαΐου, Ντίνα, Κωστής Χατζημιχάλης, 1997, «Με τη Ραπτομηχανή στην Κουζίνα και τους Πολωνούς στους Αγρούς. Πόλεις, Περιφέρειες και Άτυπη Εργασία». Αθήνα: Εξάντας.

Βαΐου, Ντίνα, 2000, «Πόλη και πολίτες. Η καθημερινή ζωή και το ‘δικαίωμα στην πόλη’». Στο Μ. Μοδινός, Η. Ευθυμιόπουλος (επιμ.) Η Βιώσιμη Πόλη. 204-216. Αθήνα: Στοχαστής – ΔΙΠΕ.

Βαΐου, Ντίνα, Μαρία Μαντούβαλου, 2001, «Επιλεκτική αναδρομή στη μελέτη της πόλης ‘μετά το 1968’». Σύγχρονα Θέματα, 76-77:121-137.

Βαΐου, Ντίνα, Μαρία Στρατηγάκη, 2001, «Φεμινισμός και Εργασία Γυναικών: Συμπτώσεις και Αποκλίσεις». Πρακτικά Σεμιναρίου της Εταιρείας Πολιτικού Προβληματισμού «Νίκος Πουλαντζάς».

Βρυχέα, Άννυ, 2003, «Κατοίκηση και Κατοικία: Διερευνώντας τα Όρια της Αρχιτεκτονικής». Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Gigantes, Eleni, 1997, «Η Θηλυκότητα στην Αρχιτεκτονική». ARTI International (Η Τέχνη σήμερα), 34.

Εισήγηση της Επιστημονικής Επιτροπής, «Ευαισθητοποίηση των Γυναικών Μηχανικών για την Αναβάθμιση της Ποιότητας Ζωής». 1-16. Ημερίδα, 1998, Αθήνα.

Κουμπής, Τάκης, 1997, «Η Αρχιτεκτονική Ιδέα είναι Γυναίκα». ARTI International (Η Τέχνη σήμερα), 34.

Λαδά, Αναστασία-Σάσα, 1984, «Μύθοι και πραγματικότητες, το ‘ιδανικό σπίτι’, ο ρόλος της κατοικίας στην κατά φύλα διαίρεση του χώρου». Η Αριστερά σήμερα, 5:46-49, Αθήνα.

Λαδά, Αναστασία-Σάσα, 1987, «Η παράμετρος της φυλετικής ανισότητας στην οργάνωση και παραγωγή των σύγχρονων πόλεων». Αρχαιολογία, 25:71-75.

Λαδά, Αναστασία-Σάσα, 1989, Συνέντευξη με τη φυσικό Ε.Φ. Κέλλερ: «Σκέψεις για το φύλο και την Επιστήμη». Δίνη, φεμινιστικό περιοδικό, 4:62-67.

Λαδά, Αναστασία-Σάσα, Βάνα Τεντοκάλη, 1989, «Το φύλο ως παράμετρος στην οργάνωση του χώρου» (ένα μάθημα στο τμήμα Αρχιτεκτόνων του Α.Π.Θ.), Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, 20:61-62.

Λαδά, Αναστασία-Σάσα, 1996, «Γυναικείες Σπουδές - Προβληματισμοί και Εμπειρίες». Στο Οι Γυναικείες Σπουδές στην Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Εμπειρία. 17-25. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής.

Λαδά, Αναστασία-Σάσα, 2001, «Τόποι και Τοπία της Επιθυμίας: Φύλο(α) και Σεξουαλικότητα(ες) στη Σύγχρονη Πόλη». Εισήγηση στην Ημερίδα Χώροι και Χρόνοι των Γυναικών στην Πόλη. Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου (Κ.Α.Μ.), Χανιά, (υπό έκδοση).

Λαδά, Αναστασία-Σάσα, 2001, «Η(οι) Φεμινιστική(ές) Προσέγγιση(εις) στην Επιστήμη». Εισήγηση στην Ευρωπαϊκή Επιστημονική Συνάντηση Γυναίκες και Επιστήμη: Τάσεις και Προοπτικές στην Ευρώπη, Οργάνωση ΕΚΚΕ και ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη.

Λυκογιάννη, Ρούλη, 1999, «Το φύλο της Αρχιτεκτονικής». Πρακτικά Ημερίδας της ΕΔΕΜ με θέμα Ευαισθητοποίηση των Γυναικών Μηχανικών για την Αναβάθμιση της Ποιότητας Ζωής.

Λυκογιάννη, Ρούλη, Ντίνα Βαΐου, 2001, «Μεσογειακή ταυτότητα : Χώροι και Χρόνοι των Γυναικών στην Πόλη». Πρακτικά Ημερίδας ΚΑΜ (υπό έκδοση).

Κράλη, Μάχη, Ρούλη Λυκογιάννη, 2001, «Φύλο και Χώρος». Μελέτη Επισκόπησης, Κέντρο Έρευνας σε Θέματα Ισότητας (Κ.Ε.Θ.Ι.).

Λυκογιάννη, Ρούλη, 2001, «Προς μία Ριζοσπαστική Ατζέντα για τις Ευρωπαϊκές Πόλεις και Περιφέρειες». Σύνοψη εισηγήσεων του 7ου κατά σειρά Σεμιναρίου Αιγαίου, στο Γεωγραφίες, 1:91-94.

Λυκογιάννη, Ρούλη, «Στα Γρανάζια της Καθημερινότητας». Πρακτικά 1ης Πανελλήνιας Συνδιάσκεψης Αιρετών Γυναικών (υπό έκδοση).

Μαρνελάκης, Γιώργος, 2003, «Μεταλλαγές των Ιδεών για την Έννοια του Φύλου». (υπό δημοσίευση στο Βάσω Τροβά και Χάρις Χριστοδούλου [επιμ.], Φύλο, Χώρος, Αρχιτεκτονική).

Μαρνελάκης, Γιώργος, 2004, «Από την Ομοφοβία στον Ετεροσεξισμό». Στο Antivirus, 7:12.

Μαρνελάκης, Γιώργος, 2004, «Η Απόλαυση ως Παραβατικότητα». Στο Highlights, 14:86.

Τεντοκάλη, Βάνα, 1988, «Η οργάνωση του χώρου της κατοικίας ως έκφραση της δομής της οικογένειας. Η περίπτωση της Οργάνης». Διδακτορική διατριβή. Επιστημονική Επετηρίδα Πολυτεχνικής Σχολής, Παράρτημα Αρ. 14, ΙΑ Τόμου, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη.

Tεντοκάλη, Βάνα, 1989, «Η διαπολιτισμικότητα του γυναικείου ζητήματος στο χώρο». Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, 20:36-40.

Tεντοκάλη, Βάνα, Αναστασία-Σάσα Λαδά, 1989, «Το φύλο ως παράμετρος στην οργάνωση του χώρου» (Ένα μάθημα στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων). Δελτίο Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, 20:61-62.

Τεντοκάλη, Βάνα, 1991, «Η κοινωνική δόμηση της ταυτότητας των δύο φύλων». Σύγχρονα Θέματα, 45:101-106.

Τεντοκάλη, Βάνα, Σταμάτης Βασιλειάδης, Νίκος Καλογήρου, και οι φοιτητές Γ. Κατσαβουνίδου, Π. Κούρτη, Γ. Μελισσουργός, 1993, «Τα ‘σπίτια’ στα Λαδάδικα: χώροι για ‘ελεύθερο’ χρόνο ή για ‘αναψυχή’». Πρακτικά του Διεθνούς Αρχιτεκτονικού Συνεδρίου: Ελεύθερος χρόνος-Τουρισμός και αναψυχή-Αρχιτεκτονικές και πολιτισμικές αξίες προς το 2000. 414-428. U.I.A. και Τ.Ε.Ε., Σαντορίνη, 29-31 Οκτωβρίου.

Τεντοκάλη, Βάνα, και οι φοιτήτριες Γ. Κατσαβουνίδου, Π. Κούρτη, 1994, «Η κατοικία για μονογονεϊκές οικογένειες». Τεχνικά Χρονικά, 2:178-183.

Τεντοκάλη, Βάνα, και οι φοιτητές Γ. Κατσαβουνίδου, Π. Κούρτη, Γ. Μελισσουργός, 1995, «Λαδάδικα: Πώς η ‘αναβίωση’ εκτοπίζει τον ‘έρωτα’». Πρακτικά του Συνεδρίου του Τ.Ε.Ε., Τμήματος Ανατολικής Κρήτης: Τουρισμός και περιβάλλον στις νησιωτικές περιφέρειες. 382-386. Ηράκλειο, 17-19 Μαρτίου.

Τεντοκάλη, Βάνα, 2002, «Ο γάμος ως η εξημέρωση ενός άγριου ζώου (Mark Wigley)». Στο Αρχιτέκτονες, ΣΑΔΑΣ-ΠΕΑ, Ιούλιος-Αύγουστος, 42:74-76.

Χατζησάββα Δήμητρα, 1996-σήμερα, «Tο σύμβολο της θεατρικής μάσκας στην Αρχαία Ελληνική τραγωδία - Μάσκα Αρχιτεκτονική». Στις διδακτικές σημειώσεις του μαθήματος Η δόμηση και η αποδόμηση του φύλου και του χώρου (Γ1. 58 ) και στις σημειώσεις του μαθήματος Θεωρίες της Αποδόμησης του χώρου και του φύλου (2Θ1 21). Τόμος α΄:20-44. Της επίκουρου καθηγήτριας Β. Tεντοκάλη στο Τμήμα Aρχιτεκτόνων A.Π.Θ.

Χατζησάββα Δήμητρα, 2004, «Χώρος, ταυτότητα, ετερότητα και η ευθύνη της μετάφρασης». Στο H αρχιτεκτονική ως τέχνη, 10:8-10.

Ξενόγλωσσα Vaiou, Dina, 1983, «Space-gender relations in the production of the built environment». Στο The Production of the Built Environment, 5.

Vaiou, Dina, 1990, «Gender Relations in Urban Development. An Alternative Framework of Analysis of Athens, Greece». Διδακτορική διατριβή, University of London.

Vaiou, Dina, 1992, «Gender divisions in urban space: beyond the rigidity of dualist classifications». Στο Antipode, 24(4):247-262.

Vaiou, Dina, 1994, «The Necessity for Women’s Participation and Commitment in Planning and Decision Making Process». Εισήγηση που παρουσιάστηκε στο Συμβούλιο του Ευρωπαϊκού Σεμιναρίου για το Ρόλο και την Αντιπροσώπευση των Γυναικών στον Αστικό και Περιφερειακό Σχεδιασμό (Ornskoldvick, Sweden).

Vaiou, Dina, Anny Vrychea, 1994, «Gender Issues in the Decision Making Process with Regard to Urban Space and Housing». Από την ανακοίνωση σχετικής έρευνας που έγινε σε έξι χώρες της Ε.Ε., μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.

Vaiou, Dina, 1995, «Women’s Work and Everyday Life in Southern Europe in the Context of European Integration». Στο L. Ottes et al (επιμ.), Gender and the Built Environment. Emancipation in Planning, Housing and Mobility in Europe. 250-256. ΄Ασσεν: Van Gorcum.

Vaiou, Dina, 1995, «El treball de les donnes I la vida quotidiana al sud d’ Europa, Documents d’ Anàlisi Geogràfica». 26:219-231.

Vaiou, Dina, 1995, «Women of the South after (like before) Maastricht?». Στο C. Hadjimichalis, D. Sadler, (επιμ.) Europe at the margins. 35-50. Σάσσεξ: John Wiley & Sons.

Vaiou, Dina, 1996, «Women's work and everyday life in Southern Europe in the context of European integration». Στο M.D. Garcia Ramon, J. Monk, (επιμ.) Women of the European Union: The politics of work and daily life. 61-73. Λονδίνο: Routledge. Η ίδια μελέτη, με περισσότερη έμφαση στην καθημερινή ζωή, δημοσιεύτηκε και στα καταλανικά: "El treball de les dones i la vida quotidiana al Sud d' Europa". Documents d' Analisi Geografica, 26:219-231.

Simonsen, Kirsten, Dina Vaiou, 1996, «Women's lives and the making of the city: experiences from 'north' and 'south' of Europe». Στο International Journal of Urban and Regional Research. 20(3):446-465.

Vaiou, Dina, Maria Stratigaki, 1997, «Women in the South. Diverse experiences of work in a unifying Europe». Στο G. Dijkstra και J. Plantenga (επιμ.) Gender and Economics. A European perspective. 104-117. Λονδίνο: Routledge . Vaiou, Dina, 1997, «Informal cities? Women's work and urban development on the margins of the European Union». Στο R. Lee, J. Wills (επιμ.) Geographies of Economies. Λονδίνο: E. Arnold.

Vaiou, Dina, 1999, «Repensant els enfocaments feminists en el medi urbà, Documents d’ Anàlisi Geogràfica». 35:73-85.

Vaiou, Dina, 2000, «Feminist approaches in urban studies. Experiences from ‘North’ and ‘South’ of Europe». Στο L. Leontidou (επιμ.) Launching Greek Geography on the Eastern EU Border. Λέσβος: Department of Geography, University of the Aegean.

Vaiou, Dina, 2002, «In the interstices of the city: Albanian women in Athens, Espace, Polulations». Sociétés, 3:373-385.

Vaiou, Dina, 2003, «La contrazione del tempo e la geometria del potere». Στο G. Paolucci (επιμ.) Cronofagia. La contrazione del tempo e dello spazio nell’ era della globalizzazione. Μιλάνο: Guerini.

Vaiou, Dina, 2003, «Intersecting patterns of everyday life: Albanian women in Athens». Nordisk Samhällsgeografisk Tidskrift, 26:47-60.

Vaiou, Dina, 2004, «(Re)constituting the urban through women’s life histories». Στο J. Droogleever (επιμ.) Gendered cities: identities, activities, networks – a life course approach. Ρώμη: IGU - Home of Geography.

Didaskalou, Akis, 1996, «Making Love/Making Architecture: A good metaphor for thinking and practicing architecture». Στο K. Ruedi, S. Wigglesworth, D. McCorquodale, (επιμ.), Desiring Practices: Architecture, Gender and the Interdisciplinary. 116-131. Λονδίνο: Black Dog Publishing.

Lada, Anastasia-Sasa, 1994, «Reflecting on the limits between public/private space. Reconstruction or dissolution». Στα Πρακτικά του International Conference Women in Public space. Experiences from North and South, 19-26, Αθήνα.

Lada, Anastasia-Sasa, 1994, «Caryatides: Tracing Gender Representations within Architectural Discourse International Conference Between Mother Goddesses, Monsters and Cyborgs», 1-10. Όντενζε.

Lada, Anastasia-Sasa, 1995, «On the ‘relative autonomy of architecture’ in approaches to space, International Architectural Symposium, Theories and practices of architecture at the turn of the century». Ύδρα, (Υπό έκδοση στα Πρακτικά του Συνεδρίου).

Lada, Anastasia-Sasa, 1995, «Reflections on the Limits between Public and Private Space». Στο L. Ottes et al (επιμ.), Gender and the Built Environment. Emancipation in Planning, Housing and Mobility in Europe, 46-51. Άσσεν: Van Gorcum.

Lada, Anastasia-Sasa, 1995, «Gender Issues in Architectural Education: How can we Place New Realities in the Tradition of Architectural Education?». Στο EAAE 14th Forum, Education and Reality, Summary, 37-39. Βαϊμάρη, HAB Weimar – Universitat, Facultat Architektur.

Lada, Anastasia-Sasa, 2001, «Women’s Studies in Greece». Στο N. Lykke, et al (επιμ.), Women’s Studies – From Institutional innovations to new job qualifications, 1.91-1.96. Report from ATHENA panel of experts 1.a., Athena: Advanced Thematic Network in Activities in Woman’s Studies in Europe, University of Southern Denmark.

Lada, Anastasia-Sasa, 2002, «Speaking from the Inside as an ‘Outsider’». Στο L. Passerini, D. Lyon, L. Borghi, (επιμ.), Gender Studies in Europe – Studi di genere in Europa, 163-170. European University Institute, Robert Schuman Centre for Advanced Studies Universita di Firenze, in association with ΑΤΗΕΝΑ, Ιταλία.

Lada, Anastasia-Sasa, 2004, «Topoi and Top(i)ography of Desire: Gender and Sexuality(ies) in Urban Space». Στο V. Fortunati, et al (επιμ.), Studi di genere e memoria culturale, Women and Cultural Memory, 73-87, Κλουμπ (Clueb).

Lykogianni, Rouli, 2002, «Neighbourly Women in Athens’ Women’s Networks Create Sense of Community». Στο Women and Environments, 56/57:31-33.

Lykogianni, Rouli, 2003, «Gender and Diversity». Πρακτικά του 8ου κατά σειρά Σεμιναρίου Αιγαίου (υπό έκδοση).

Lykogianni, Rouli, Dina Vaiou, 2004, «Women, neighbourds and everyday life». Πρακτικά Διημερίδας με θέμα Cohesive Neighbourhoods and Connected Citizens in European Societies (υπό έκδοση).

Marnelakis, Giorgos, 2002, «Cruising Ethics; Or, the Demand of Promiscuity in the City of AIDS» (υπό δημοσίευση στη σειρά των working papers του CUCR, Goldsmiths College, Λονδίνο).

Tentokali, Vana, Sandra C. Howell, 1988, «A cross-cultural analysis of the domestic privacy: from the gender point». Proceedings of the 10th IAPS Conference: Looking back to the future. Vol.II:392-397. Ντελφτ: Delft University Press, 5-8 Ιουλίου.

Howell, Sandra C., Vana Tentokali, 1989, «Domestic privacy: gender, culture and development issues». Στο Sh.M. Low, E. Chambers, (επιμ.), Housing, culture and design: a comparative perspective, 281-297. Φιλαδέλφεια Πενσυλβάνια: University of Pennsylvania Press.

Tentokali, Vana και οι σπουδαστές G. Katsavounidou, P. Kourti, G. Melissourgos, 1994, «The brothel as the space of ‘desire’?» Proceedings of the Fifth Congress of the International Association for Semiotic Studies: Semiotic Around the World: Synthesis in Diversity. Μπέρκλεϋ CA: Mouton de Gruyter, 12-18 June, (offprint).

Tentokali, Vana και οι σπουδαστές G. Katsavounidou, P. Kourti, 1995, «Housing single families in Greece». Στο L. Ottes, E. Poventud, M. van Schendelen, G. Segond von Banchet, (επιμ.), Gender and the built environment, 83-91. Άσσεν – The Netherlands: Van Gorcum.

Tentokali, Vana, S. Druckert, G. Gumpert, 1997, «Space and time in domestic life». Στο S. Druckert, G. Gumpert, (επιμ.), Voices in the street. Explorations in gender, media and public space, 43-58. Κρέσσκιλ NJ: Hampton Press.

Tentokali, Vana, 1998, «The gender of ‘chora’ and the origin of space». Στο the Proceedings of the Colloque d’ Urbino: L’ espace dans l’ image et dans le texte. International Association for the Semiotic of Space, Ουρμπίνο, 16-18 July (υπό έκδοση).

Tentokali, Vana, 1999, «The social and cultural construction of the woman in a rural Muslim community (Thrace, Greece)». Στο the Proceedings of the conference: Gender and rural transformations in Europe; Past, present and future prospects. Abstracts. Gender Studies in Agriculture, Wageningen University, Wageningen, The Netherlands, 14-17 October.

Tentokali, Vana, 2000, «Gender sensitive housing: ‘Undoing’ the architectural boundaries». Στο the Abstracts and Resumes of the International conference of I.A.P.S. – 16: Metropolis 21st century: cities, social life and sustainable development. Abstracts, 31. Universite Rene Descartes – Paris V, Παρίσι, 2000, 4-7 July.

Tentokali, Vana, 2000, «The gender of space or the space of gender (?): ‘chora’». Στο the Proceedings of the 5th Interdisciplinary and International Symposium on Gender Research: The nature of gender. The gender of nature. Abstracts, 75-76. Kiel University, Κιελ, 10-12 November.

Tentokali, Vana, 2003, «Understanding the city through the self-understanding of gender». Στο E. Tarasti, (επιμ.), Understanding/misunderstanding. Contributions to the study of the hermeneutics of signs, 418-429. ACTA Semiotica Fennica XVI. Ελσίνκι: Hakapaino.