Φύλο και οικονομία

Από Fylopedia
Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Φύλο και οικονομία

Συγγραφέας:Νάνσυ Παπαλεξανδρή
Βιβλιογραφία
Εσωτερικοί Σύνδεσμοι
Εξωτερικοί Σύνδεσμοι
Σχόλια Επιμελήτριας

Νάνσυ Παπαλεξανδρή


Η ισότητα μεταξύ των δύο φύλων είναι καίριο ζήτημα για την οικονομία κάθε χώρας, καθώς συνδέεται άμεσα με το δημογραφικό ζήτημα, τη βιωσιμότητα των ασφαλιστικών συστημάτων, την αγορά εργασίας, την κοινωνική και οικονομική συνοχή, αλλά και τη θεώρηση της οικογένειας ως παραγωγικής- καταναλωτικής μονάδας, απαραίτητης για την υποστήριξη της συνολικής ζήτησης[1] σε μακροοικονομικό επίπεδο.


Συμμετοχή στην αγορά εργασίας

Το θέμα της συμμετοχής των δύο φύλων αποτελεί αντικείμενο μελέτης τόσο από επιστημονικούς/ ερευνητικούς φορείς, όσο και φορείς λήψης αποφάσεων και διαμόρφωσης στρατηγικής και πολιτικής, σε Εθνικό και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Ένα από τα σημαντικότερα διαρθρωτικά προβλήματα της αγοράς εργασίας[2] αποτελεί η χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην απασχόληση[3] και τα υψηλά ποσοστά ανεργίας[4] που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες σε σχέση με τους άντρες. Σύμφωνα με στοιχεία του 2006 (European Commission, 2008a[5]), η ανεργία για τις γυναίκες στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 2755 ανέρχεται στο 8,9%, ποσοστό αρκετά ψηλότερο από το 7,6% που αντιμετωπίζουν οι άντρες. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η εικόνα είναι αρκετά πιο δυσοίωνη στην Ελλάδα, όπου 13,6% των γυναικών ήταν άνεργες το 2006, ενώ άνεργου ήταν μόλις το 5,6% των οικονομικά ενεργών ανδρών. Οι γυναίκες δυστυχώς αντιπροσωπεύουν το 60% του συνόλου των ανέργων, αναλογία που εντείνεται για τους μακροχρόνια άνεργους[6] και τους ανέργους χωρίς εργασιακή εμπειρία[7] (σε αυτές τις δύο υποκατηγορίες, οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν τα 2/3). Με άλλα λόγια, η ανεργία πλήττει σε υπερδιπλάσιο βαθμό τις γυναίκες στη χώρα μας από ότι τους άντρες. Ανά περιφέρεια, η ανεργία στις γυναίκες εμφανίζεται ψηλότερη στη Δυτική Μακεδονία (19,1%), την Ήπειρο (16,2%) και τη Δυτική Ελλάδα (15,1%) (Γενική Γραμματεία Ισότητας, 2008). Η συνεισφορά του γυναικείου φύλου στην παραγωγή είναι πολύ σημαντική, παρά τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας: 38,8% της συνολικής απασχόλησης στη χώρα αφορά γυναίκες. Ταυτόχρονα, οι γυναίκες αποτελούν το 40,9% του συνόλου των υπαλλήλων, το 30,5% των αυτοαπασχολουμένων[8], και το 19,5% των εργοδοτών[9], ενώ αποτελούν ακόμη την πλειοψηφία όσων απασχολούνται αποκλειστικά με τη στήριξη της οικογένειάς τους (67,8%)(Lampousaki, 2008) .


Αμοιβές και φύλο – Το θέμα της ίσης αμοιβής

Η αρχή της ίσης αμοιβής για εργασία ίσης αξίας είναι απαραίτητο να τηρείται σε όλους τους οργανισμούς και τα συστήματα, προκειμένου να ενισχύεται το αίσθημα δικαίου και τα συστήματα αμοιβών[10] να προάγουν την παραγωγικότητα, την αποτελεσματικότητα και εν τέλει την ανταγωνιστικότητα οποιουδήποτε οικονομικού συστήματος ή οργανισμού. Δίκαιη θεωρείται η αμοιβή[11] που εξασφαλίζει στον εργαζόμενο την κάλυψη των οικογενειακών και βιοτικών του αναγκών και αφήνει ένα περιθώριο για αποταμίευση, επένδυση και γενικά τη βελτίωση της οικονομικής του κατάστασης. Η σχέση μεταξύ των αποδοχών των γυναικών και των αντρών αποδεικνύει την άνιση κατανομή αμοιβής ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι γυναίκες αφενός απασχολούνται σε μεγαλύτερα ποσοστά στους χαμηλόμισθους κλάδους, αφετέρου η αναλογία των γυναικείων αποδοχών προς τις αντίστοιχες αντρικές στους κλάδους αυτούς είναι πολύ χαμηλή (Αθανασιάδου et al., 2001). Με αυτή την έννοια, η ανισοκατανομή των αμοιβών δεν αποτελεί απαραίτητα άνιση μεταχείριση στην αγορά εργασίας, δεδομένου ότι μπορεί να οφείλεται σε διαφορές στην εκπαίδευση ή την προϋπηρεσία και άρα να εκφράζει ανισότητες σε άλλα επίπεδα, όπως η εκπαίδευση ή η οικογένεια. Οι μισθολογικές διαφορές ανά φύλο συνήθως αποδίδονται στον καταμερισμό της εργασίας, στις προκαταλήψεις απέναντι στη γυναικεία εργασία, που θεωρείται συμπληρωματική και όχι πηγή οικονομικής επιβίωσης όπως του άντρα, στην υπερσυσσώρευση των γυναικών σε ορισμένους κλάδους λόγω εξειδίκευσης και στις διακοπές στο χρόνο απασχόλησης των γυναικών εξαιτίας των οικογενειακών τους υποχρεώσεων. Ως θετικό στοιχείο θα μπορούσε να αναφερθεί ότι η διαφορά στο επίπεδο των αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων στην Ελλάδα είναι αρκετά χαμηλότερη (9%) από ότι στην Ευρωπαϊκή Ένωση (14%). Επίσης, είναι θετικό το ότι εμφανίζεται πιο έντονη στις μεγαλύτερες ηλικίες και στους εργαζόμενους με σημαντική εργασιακή εμπειρία, γεγονός που μπορεί να σημαίνει ότι το φαινόμενο αυτό φθίνει μακροχρόνια (European Commission, 2008b).


Κοινωνική προστασία και φύλο

Τα δύο φύλα φαίνεται να διαφοροποιούνται και όσον αφορά την κοινωνική ασφάλιση[12]. Όπως έχει συζητηθεί (Ματσαγγάνης και Πετρόγλου, 2001), οι γυναίκες αντιμετωπίζουν γενικά μεγαλύτερη δυσκολία θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος (λόγω διακεκομμένης/ασταθούς απασχόλησης, μορφών απασχόλησης χωρίς ένσημα και απασχόλησης σε τομείς και κλάδους όπου η αδήλωτη εργασία και η εισφοροδιαφυγή είναι πιο έντονη) απώλεια ασφαλιστικών δικαιωμάτων σε περίπτωση διαζυγίου, δυσμενής τρόπος υπολογισμού της σύνταξης (λόγω του συχνά ασταθούς και διακεκομμένου τρόπου απασχόλησης). Στη βάση του προβλήματος βρίσκεται η έλλειψη αναγνώρισης της μη αμειβόμενης απασχόλησης (συνήθως για τη φροντίδα της οικογένειας) ως εργασίας και η παραδοχή ότι η γυναίκα εργάζεται συμπληρωματικά με τον άντρα-σύζυγο και όχι από ανάγκη βιοποριστική.


Επιχειρηματικότητα και φύλο

Εξαιρετικά σημαντική για κάθε οικονομία είναι η επιχειρηματικότητα[13], ως διαδικασία δημιουργίας νέας αξίας, η οποία βασίζεται στη δημιουργικότητα[14] και την καινοτομία[15]. Φαίνεται όμως ότι με εξαίρεση ορισμένους, «γυναικείους» κλάδους, είναι σημαντικά πιο σπάνιο για τις γυναίκες να προχωρούν στη δημιουργία δικής τους, νέας επιχείρησης από ότι οι άντρες. Έτσι, με την εξαίρεση τις υπηρεσίες και κυρίως τις προσωπικές και κοινοτικές υπηρεσίες, (European Commission, 2008b), είναι συχνότερο φαινόμενο για τους άντρες σε σύγκριση με τις γυναίκες να δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά (ως ποσοστό του συνόλου των εργασιακά ενεργών). Στην Ελλάδα, κατά 7% περισσότεροι άντρες από γυναίκες δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά απασχολώντας υπαλλήλους, ενώ ανεξαρτήτως του αν η δραστηριότητά τους αυτή δημιουργεί θέσεις εργασίας, 20% των γυναικών και 35% των αντρών αυτοαπασχολούνται (European Commission, 2008b).


Κέντρα λήψης αποφάσεων και φύλο

Αναφορικά με την άσκηση εξουσίας[16] και τη λήψη αποφάσεων[17] στο επίπεδο της οικονομίας, οι γυναίκες φαίνεται ότι έχουν ξεκινήσει να συμμετέχουν πολύ πρόσφατα. Πέρα από τη λήψη αποφάσεων σε κοινοβουλευτικό, κυβερνητικό, ή σε επίπεδο ανωτάτων δικαστηρίων, που συνήθως αποτελούν αντικείμενο μελέτης, οι γυναίκες υπολείπονται σημαντικά σε αριθμό συγκριτικά με τους άντρες στην ανάληψη διοικητικών καθηκόντων ανώτατης βαθμίδας. Για παράδειγμα, είναι εξαιρετικά περιορισμένη η συμμετοχή τους στα διοικητικά συμβούλια των κεντρικών τραπεζών[18] (5% στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και των μεγαλύτερων εταιριών σε εθνικό επίπεδο (8% των μελών ΔΣ στις μεγαλύτερες Ελληνικές επιχειρήσεις, είναι γυναίκες, ενώ καμία γυναίκα δεν κατέχει τη θέση προέδρου ή διευθύνοντος συμβούλου σε κάποια από τις μεγαλύτερες Ελληνικές επιχειρήσεις), καθώς και σε ανώτατες διοικητικές θέσεις του δημόσιου τομέα (6% του συνόλου) (European Commission, 2008b, Kyriazis, 2003). Το 2008 ορίσθηκε για πρώτη φορά γυναίκα Υποδιοικητής στην Τράπεζα της Ελλάδος


Μορφές απασχόλησης και φύλο

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι γυναίκες σε αντίθεση με τους άντρες έχουν την τάση να απασχολούνται με μορφές απασχόλησης[19] μερικού ή ευέλικτου τύπου. Έτσι, στην Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ 5% του συνόλου των απασχολούμενων αντρών απασχολούνται υπό καθεστώς μερικής απασχόλησης[20] (<35 ώρες εβδομαδιαία), το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες είναι 37% (European Commission, 2008b). Τα αντίστοιχα ποσοστά για την Ελλάδα, σύμφωνα με την ίδια πηγή είναι 4% και 21%, δεδομένου ότι η συγκεκριμένη μορφή απασχόλησης δεν είναι εξίσου διαδεδομένη όσο στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Η μερική και η ευέλικτη απασχόληση[21] θεωρούνται ως πρακτικές που μπορούν να βοηθήσουν τις γυναίκες να επανέλθουν στην αγορά εργασίας ή να συνδυάσουν αποτελεσματικά τους δυο ρόλους ιδίως αν έχουν αυξημένες οικογενειακές υποχρεώσεις λόγω μητρότητας (Papalexandris, 2000). Ενώ όμως η μερική απασχόληση φαίνεται να προτιμάται περισσότερο από τις γυναίκες, οι διαφορές στο επίπεδο της ευέλικτης απασχόλησης είναι ελάχιστες ανάμεσα στα δύο φύλα. Στην Ελλάδα δε, φαίνεται να υιοθετείται σε πολύ μικρότερο βαθμό από ότι στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες η ευέλικτη απασχόληση, με την έννοια της μεταφοράς εργάσιμου χρόνου ή χρόνου αδείας, ή του επαναπροσδιορισμού των ωραρίων ώστε να επωφελείται ο εργαζόμενος (European Commission, 2008b). Γενικά στην Ευρώπη, φαίνεται να μη χρησιμοποιούνται οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης και οι ιδιαίτεροι διακανονισμοί με τον εργοδότη προς όφελος των οικογενειών, όπως αναμενόταν. Αντιθέτως, τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες με γονεϊκές υποχρεώσεις φαίνεται να προτιμούν τη σταθερή απασχόληση περισσότερο από ότι άντρες και γυναίκες που δε συντηρούν παιδιά.


Φύλο και οικονομολόγοι

Τα οικονομικά[22] θεωρούνταν παραδοσιακά και παραμένουν ένας ανδροκρατούμενος χώρος. Μόνο τρεις γυναίκες οικονομολόγοι αναφέρονται στις λίστες των 200 γνωστότερων οικονομολόγων πριν και μετά τον Keynes (οι Rosa Luxemburg, Irma Adelman και Joan Robinson), ενώ ούτε μια γυναίκα δεν έχει βραβευτεί με το Nobel οικονομίας μέχρι στιγμής, παρόλο που γενικά, 4% των βραβευμένων με Nobel από την αρχή του θεσμού είναι γυναίκες(Snowdown, 2008). Γενικά οι γυναίκες φαίνεται να επιλέγουν σπανιότερα από ότι οι άντρες τα οικονομικά ως αντικείμενο σπουδών, περαιτέρω εξειδίκευσης ή και ακαδημαϊκής καριέρας (Kahn, 1995). Μια πιθανή εξήγηση αφορά την πλευρά της ζήτησης για γυναίκες εξειδικευμένες στα οικονομικά αφού κατά κανόνα η ζήτηση ευνοεί τους άνδρες κατά την επιλογή και εξέλιξη των οικονομολόγων. Εναλλακτικά, από την πλευρά της προσφοράς, η έλλειψη ενδιαφέροντος από την πλευρά των γυναικών για τα οικονομικά ως αντικείμενο, ο τεχνικός και μαθηματικός προσανατολισμός της συγκεκριμένης επιστήμης, καθώς και η έλλειψη ινδαλμάτων και μεντόρων γυναικείου φύλου μέσα στο χώρο των πανεπιστημίων, μπορεί να εξηγούν τη μειωμένη ελκυστικότητα του συγκεκριμένου αντικειμένου για τις γυναίκες.


  1. Συνολική Ζήτηση: Η συνολική ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες σε μια οικονομία. Το επίπεδο της συνολικής ζήτησης είναι πολύ σημαντικό για τη συνολική απασχόληση.
  2. Αγορά Εργασίας: Το σύνολο των παραγωγικών συντελεστών, αποτελούμενο από το διαθέσιμο εργατικό δυναμικό και τους εργοδότες, μεταξύ των οποίων διεξάγονται διαπραγματεύσεις για την κάλυψη των διαθέσιμων θέσεων εργασίας με απώτερο στόχο την επίτευξη ισορροπίας ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση σε κάθε τομέα απασχόλησης. Οι αντίστοιχες αμοιβές των εργαζομένων καθορίζονται ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση εργασίας. Η αγορά εργασίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αγορά αγαθών καθώς ο βαθμός ζήτησης εργασίας επηρεάζεται από το βαθμό ζήτησης αγαθών ή υπηρεσιών. Η ιδιορρυθμία της έγκειται στο γεγονός ότι συχνά επηρεάζεται από πολλούς και αστάθμητους παράγοντες όπως, η δράση των συνδικάτων κ.λπ.
  3. Απασχόληση: Η χρήση ανθρώπινου δυναμικού για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών.
  4. Ποσοστό Ανεργίας: Το ποσοστό ανεργίας είναι ο αριθμός των ανέργων διαιρούμενος με το σύνολο του εργατικού δυναμικού.
  5. Ευρωπαϊκή Ένωση/Ευρωζώνη: Η Ευρωπαϊκή Ένωση ή ΕΕ είναι μια υπερεθνική και διακυβερνητική ένωση είκοσι επτά κρατών. Περιλαμβάνει τα κράτη-μέλη (με τη σειρά που εισήλθαν στην ΕΕ) : Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Δανία, Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Αυστρία ,Φινλανδία , Σουηδία, Κύπρος, Τσεχία, Σλοβακία, Εσθονία, Λεττονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ουγγαρία, Μάλτα, Σλοβενία, Βουλγαρία (2007), Ρουμανία(2007). Η Ευρωπαϊκή Ένωση θεωρείται ως η ισχυρότερη ένωση κρατών μέχρι σήμερα στην παγκόσμια ιστορία, με οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό περιεχόμενο. Η ΕΕ βρίσκεται στο στάδιο μιας ανοιχτής διαδικασίας για την επίτευξη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
  6. Μακροχρόνια Άνεργος: Η κατάσταση της ανεργίας στην οποία βρίσκεται ο άνεργος για χρονικό διάστημα άνω των 12 μηνών.
  7. Άνεργος χωρίς εργασιακή εμπειρία: άτομο που στερείται απασχόλησης σε μια ορισμένη χρονική περίοδο και το οποίο δεν έχει προηγουμένως εργαστεί, με αποτέλεσμα να μην έχει εργασιακή εμπειρία.
  8. Αυτοαπασχόληση: Η παραγωγική εργασία ενός εργοδότη ή εργαζομένου, η οποία γίνεται για λογαριασμό του ίδιου του ατόμου ή η μη αμειβόμενη εργασία των μελών μιας οικογένειας στην οικογενειακή επιχείρηση.
  9. Εργοδότης: (για φυσικό ή νομικό πρόσωπο) αυτός που προσλαμβάνει κάποιον ως εργάτη, υπάλληλο.
  10. Σύστημα Αμοιβών: Ο τρόπος που είναι δομημένες οι αμοιβές, τόσο ως προς το ύψος τους ανά εργαζόμενο, όσο και ως προς την εξέλιξή τους.
  11. Αμοιβή: To σύνολο των χρημάτων που λαμβάνει ένας εργαζόμενος για μισθωτή υπηρεσία.
  12. Κοινωνική Ασφάλιση: Ο δημόσιος τομέας ενός κράτους αφορά τη Γενική Κυβέρνηση και τις Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς. Η Γενική Κυβέρνηση διακρίνεται στην Κεντρική Κυβέρνηση, την τοπική αυτοδιοίκηση και την κοινωνική ασφάλιση. Η κοινωνική ασφάλιση περιλαμβάνει τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης και τα νοσοκομεία. Ρόλος της λειτουργίας της κοινωνικής ασφάλισης είναι το επίπεδο παροχών υγείας και σύνταξης στους πολίτες.
  13. Επιχειρηματικότητα: είναι η προσπάθεια μετατροπής μιας επιχειρηματικής ιδέας σε αποτέλεσμα με σκοπό από αυτή τη διαδικασία να προκύψει οικονομικό κέρδος. Περιλαμβάνει σαν βήματα την καινοτομία, την ηγεσία, τη διαχείριση, την ανάπτυξη της πρωτοβουλίας και την ανάληψη επιχειρηματικού ρίσκου.
  14. Δημιουργικότητα: Το σύνολο των χαρακτηριστικών μιας ομάδας ή ενός ατόμου που έχει σχέση με την ικανότητα δημιουργίας, ιδίως την εμπνευσμένη ή την πρωτότυπη. Διοικητικό Συμβούλιο: Ομάδα ατόμων που εκλέγεται από την ετήσια γενική συνέλευση των μετόχων για να διοικεί μια ανώνυμη εταιρεία, να διορίζει τα στελέχη της, να προωθεί τους σκοπούς της.
  15. Καινοτομία: Ενέργεια που χαρακτηρίζεται από νέα, πρωτοποριακή αντίληψη των πραγμάτων, νεωτερισμός.
  16. Άσκηση Εξουσίας: Η χρήση της δυνατότητας που έχει κάποιος να υποχρεώνει κάποιον άλλο να ενεργεί ή να συμπεριφέρεται με ορισμένο τρόπο.
  17. Λήψη Αποφάσεων: Η διαδικασία επιλογής ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες δυνατότητες που προσφέρονται και ο καθορισμός αυτού που πρέπει να γίνει, ύστερα από σχετική ανάλυση, σκέψη ή συζήτηση.
  18. Κεντρική Τράπεζα: Κεντρική Τράπεζα μίας χώρας είναι το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που συντονίζει τις εγχώριες τράπεζες μίας χώρας ως προς την γενική πολιτική τους και η μοναδική τράπεζα που δημιουργεί νέο χρήμα. Συγκεκριμένα η Κεντρική Τράπεζα οριοθετεί τα επιτόκια των τραπεζών καθορίζοντας το επιτόκιο δανεισμού της, θέτοντας έτσι τις γενικές γραμμές πλεύσης για τις υπόλοιπες τράπεζες. Επίσης είναι η μόνη τράπεζα που δικαιούται να κατασκευάσει και να διαθέσει τα τραπεζογραμμάτια που κυκλοφορούν σε ένα κράτος ή να δεσμεύσει τα υπάρχοντα τραπεζογραμμάτια που κινούνται στην αγορά. Μπορεί να επηρεάσει την προσφορά του χρήματος με πράξεις όπως η έκδοση ομολογιών. Έτσι η Κεντρική Τράπεζα είναι ένα από τα βασικά όργανα ενός κράτους για την άσκηση της Δημοσιονομικής Πολιτικής.
  19. Μορφές Απασχόλησης: Συμφωνίες οι οποίες διέπουν την απασχόληση του εργατικού δυναμικού.
  20. Μερική Απασχόληση: Η απασχόληση για διάστημα μικρότερο των 40 ωρών εβδομαδιαίως.
  21. Ευέλικτη Απασχόληση: Απασχόληση που μπορεί να αλλάζει και να προσαρμόζεται κατάλληλα, με σκοπό την αποτελεσματικότητα σε σχέση με το χρόνο, τον τόπο και το αντικείμενο της εργασίας.
  22. Οικονομικά (ή Οικονομική Επιστήμη): Τα Οικονομικά είναι η κοινωνική επιστήμη που μελετά την παραγωγή, διανομή και κατανάλωση των αγαθών και υπηρεσιών. Τα οικονομικά μεγέθη περιγράφονται μέσω μετρήσιμων ποσοτήτων όπως είναι οι εισροές, οι τιμές και οι εκροές.


Εσωτερικές συνδέσεις

Φύλο και μάνατζμεντ

Φύλο και εργασία

Φύλο και ευρωπαϊκές πολιτικές

Σεξισμός


Βιβλιογραφικές αναφορές

European Commission (2008a) Europe in Figures. Eurostat Yearbook 2008. Brussels, Eurostat.

European Commission (2008b) The life of women and men in Europe: A statistical portrait, Luxembourg, Eurostat Statistical Books.

Kahn, S. (1995) Women in the Economics Profession. Journal of Economics Perspectives, 9, 193-205.

Kyriazis, N. (2003) Women in Macroeconomic Centers of Decision- Making in the European Union. Athens, Department of Sociology, Panteion University.

Lampousaki, S. (2008) Study examines employment trends in Greece. European Industrial Relations Observatory Online. Labour Institute of Greek General Confederation of Labour/Confederation of Public Servants (INE/GSEE-ADEDY).

Papalexandris, N. (2000) Flexible Working Patterns: Towards Reconciliation of Family and Work, in Brewster, C., Mayrhofer, W. and Morley, M., (ed), New Challenges for European Human Resource Management, Macmillan Press Ltd.

Snowdown, B. (2008) His and hers economics. Times Higher Education, 14 February 2008.

Αθανασιάδου, Χ., Πετροπούλου, Σ. & Μιμίκου, Γ. (2001) Οι συνθήκες της γυναικείας απασχόλησης στην Ελλάδα: 1980-2000. Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας (Κ.Ε.Θ.Ι.).

Γενική Γραμματεία Ισότητας (2008) Ποσοστό Ανεργίας Πληθυσμού 15-64 ετών κατά περιφέρεια και φύλο, Β Τρίμηνο 2008.

Ματσαγγάνης, Μ. & Πετρόγλου, Α. (2001) Το σύστημα κοινωνικής προστασίας και οι γυναίκες. Κέντρο Ερευνών για Θέματα Ισότητας (ΚΕΘΙ).